🎗️ Η διατροφή στη μάχη κατά του καρκίνου του μαστού | Yava Fitness Centers

🎗️ Η διατροφή στη μάχη κατά του καρκίνου του μαστού

Ένα επιστημονικό άρθρο[1] που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2023 προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον σε πολλές επιστημονικές κοινότητες που διερευνούν τη σχέση μεταξύ διατροφής και καρκίνου του μαστού. Πρόσφατα, έχουν σημειωθεί σημαντικές πρόοδοι στην έρευνα για την πρόληψη του καρκίνου μέσω της Nutrigenomics ή της Διατροφικής Γονιδιωματικής, της επιστήμης που εξετάζει τις πολύπλευρες επιρροές της διατροφής στο ανθρώπινο γονιδίωμα και πώς η Διατροφική Γονιδιωματική είναι απαραίτητη στην προσπάθεια μας να προσεγγίσουμε και να αναπτύξουμε τρόπους για την πρόληψη και τη θεραπεία του καρκίνου.

Τα μικροθρεπτικά συστατικά στην Πρόληψη του Καρκίνου του Μαστού

Μερικά από τα κύρια μικροθρεπτικά συστατικά με κοινή λειτουργία ως αντιοξειδωτικοί και αντιφλεγμονώδεις παράγοντες και με αναγνωρισμένες ιδιότητες πρόληψης του καρκίνου είναι η βιταμίνη Α, η βιταμίνη C, η βιταμίνη D, η βιταμίνη Β9 (φολικό), το σελήνιο, ο ψευδάργυρος και το μαγνήσιο και έχουν επίσης συγκεκριμένες λειτουργίες στη ρύθμιση των γονιδίων που σχετίζονται με τον μεταβολισμό και την καρκινογένεση.

 Η ανακάλυψη των βιταμινών ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα όταν καθορίστηκε ότι τα συστατικά των τροφίμων συνέβαλαν στην υγεία, εφόσον ο ανθρώπινος οργανισμός απαιτεί μια ποικιλία τροφών, όπως κρέας, θαλασσινά, δημητριακά, φρούτα και λαχανικά, για να πάρει όλα τα απαραίτητα μικροθρεπτικά συστατικά μέσω της διατροφής. Πολλές ασθένειες όπως το σκορβούτο, η ραχίτιδα και η πελλάγρα (νόσος που προκαλεί η σημαντική έλλειψη νιασίνης που χαρακτηρίζεται από δερματικά, γαστρεντερικά βλεννογονικά και νευρολογικά συμπτώματα) σχετίζονται με διατροφή που είναι ανεπαρκής σε μικροθρεπτικά συστατικά.

Ο Casimir Funk επινόησε τη λέξη “ζωτικές αμίνες” (vital amines), η οποία αργότερα συντομεύτηκε σε “βιταμίνες»”. Αργότερα, ο Elmer McCollum και η βοηθός του Marguerite Davis βρήκαν τις λιποδιαλυτές Α και υδατοδιαλυτές Β βιταμίνες. Καθώς συνεχιζόταν η έρευνα, ανακαλύφθηκαν όλες οι βιταμίνες, καθώς και οι προβιταμίνες όπως το β-καροτένιο. Χρειάστηκαν 50 χρόνια για να προσδιοριστούν οι δομές τους και να μπορέσουμε να συνθέσουμε όλες τις βιταμίνες.

Βιταμίνη Α και καροτίνες – Η βιταμίνη Α ή ρετινόλη, υπάρχει σε ζωικά προϊόντα όπως το συκώτι και τα αυγά ενώ τα καροτένια, οι πρόδρομες ουσίες της βιταμίνης Α, βρίσκονται συχνά σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης. Για παράδειγμα, το λυκοπένιο είναι ένας τύπος καροτίνης που δίνει κόκκινο χρώμα στις ντομάτες και είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την πρόληψη του καρκίνου του προστάτη. Η βιταμίνη Α είναι αποτελεσματική στη μείωση του κινδύνου για καρκίνο του μαστού, του πνεύμονα, και του παχέος εντέρου. Ως αντιοξειδωτικό, η βιταμίνη Α αποτρέπει τη βλάβη του DNA που προκαλείται εξαιτίας των δραστικών ριζών οξυγόνου* (ROS), οι οποίες συμβάλλουν στην καρκινογένεση.

Βιταμίνη C – Η βιταμίνη C ή ασκορβικό οξύ, που βρίσκεται σε πολλά φρούτα και λαχανικά, όπως τα εσπεριδοειδή, οι πιπεριές και το μπρόκολο, έχει ιδιότητες πρόληψης του καρκίνου ανάλογα με τη δόση που παρέχεται. Για πολλές δεκαετίες, ο ρόλος του ασκορβικού ως αντικαρκινικού παράγοντα ήταν το επίκεντρο επιστημονικών μελετών. Δεδομένης της έλλειψης τοξικότητάς της, του ότι είναι άμεσα διαθέσιμη και του χαμηλού κόστους της, η βιταμίνη C είναι ένας πιθανός παράγοντας πρόληψης του καρκίνου. Ωστόσο, απαιτείται μια ισχυρή κλινική δοκιμή για να εξακριβωθεί η ισχύς της.

Βιταμίνη D – Η λιποδιαλυτή βιταμίνη D μπορεί να ληφθεί από τα ψάρια, τα γαλακτοκομικά, τα αυγά και τα μανιτάρια ή να συντεθεί στο δέρμα με έκθεση στο ηλιακό φως. Είναι σημαντική για τη διατήρηση του μεταβολισμού των μετάλλων, κυρίως του ασβεστίου και του φωσφόρου. Έχει ανακαλυφθεί ότι η έλλειψη έκθεσης στον ήλιο αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης πολλών θανατηφόρων καρκίνων (μαστού, στόματος, ωοθηκών, προστάτη και παχέος εντέρου). Ωστόσο, εκτιμάται ότι υπάρχει μία μείωση περίπου 30-50% στον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, του παχέος εντέρου και του προστάτη είτε αυξάνοντας την έκθεση στο ηλιακό φως είτε με την πρόσληψη βιταμίνης D σε περίπου 1000 IU/ημέρα. Τα αποτελέσματα της Διατροφικής Γονιδιωματικής καθιστούν τη βιταμίνη D αποτελεσματική στη μείωση του κινδύνου λευχαιμίας, καρκίνου του μαστού, του παχέος εντέρου, του προστάτη και του παγκρέατος.

Βιταμίνη Ε – Πηγές τροφών πλούσιες σε βιταμίνη Ε (τοκοφερόλες) είναι οι ξηροί καρποί, οι σπόροι φυτών και τα έλαια. Ο μηχανισμός με τον οποίο η βιταμίνη Ε ασκεί τις αντικαρκινικές της επιδράσεις υποδηλώνει έντονα ότι μορφές αυτής της βιταμίνης μπορούν να προστατεύσουν από τον καρκίνο ή να λειτουργήσουν ως επικουρικό για τη βελτίωση της θεραπείας του καρκίνου. Η μοναδικότητα της βιταμίνης Ε βρίσκεται στο γεγονός ότι ρυθμίζει και ενεργοποιεί ένζυμα και παράγοντες που αναστέλλουν τον καρκίνο, ωστόσο, ελάχιστα είναι ακόμα γνωστά για τις αντικαρκινικές ιδιότητες της και των πρόδρομων ουσιών της.

Βιταμίνη Κ – Η βιταμίνη Κ είναι απαραίτητη για την πήξη του αίματος και την πρόληψη της αιμορραγίας. Βρίσκεται σε πράσινα φυλλώδη λαχανικά, κρέατα, γαλακτοκομικά και αυγά. Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία για τη συσχέτιση της βιταμίνης Κ και του καρκίνου. Ωστόσο, υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι η βιταμίνη Κ εμπλέκεται στην ογκογένεση αναστέλλοντας τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων και στη μελέτη κοόρτης της Χαϊδελβέργης υπήρξε σημαντική συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης βιταμίνης Κ2 και της μειωμένης θνησιμότητας από καρκίνο. Φυσικά, απαιτούνται περισσότερες μελέτες για να εξακριβωθεί η υπόθεση ότι η βιταμίνη Κ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόγνωση ορισμένων ασθενειών που σχετίζονται με τον καρκίνο.

Βιταμίνη Β – Στο σύμπλεγμα βιταμινών Β περιλαμβάνονται οκτώ βιταμίνες, η καθεμία με συγκεκριμένες λειτουργίες στο σώμα. Οι βιταμίνες Β είναι μια από τις πιο σημαντικές ομάδες βιταμινών λόγω της άμεσης επίδρασής τους στον μεταβολισμό των κυττάρων, στις λειτουργίες του εγκεφάλου και στα επίπεδα ενέργειας. Γενικά, είναι απαραίτητες για την παραγωγή ορμονών και νευροδιαβιβαστών, τη διάσπαση των μακροθρεπτικών συστατικών και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού. Οι τελευταίες λειτουργίες υποδηλώνουν τις τρέχουσες θεραπευτικές μεθόδους που εξετάζουν οι επιστήμονες για τη διαχείριση ασθενών με καρκίνο. Οι βιταμίνες Β μπορούν να ληφθούν με την κατανάλωση μιας ποικιλίας φρούτων, λαχανικών και ζωικών προϊόντων.

Η βιταμίνη Β3 σχετίζεται με την ενεργοποίηση ενός παράγοντα ο οποίος λειτουργεί ως ογκοκατασταλτικός με επιδράσεις στα λιπίδια και τη ρύθμιση του μεταβολισμού και της φλεγμονής των ιστών, ενώ η βιταμίνη Β6 (φωσφορική πυριδοξάλη) ρυθμίζει ορισμένα στοιχεία στον μεταβολισμό των κυττάρων που συνδέονται άμεσα με τη θεραπεία του καρκίνου, σύμφωνα με μία πρόσφατη και σύγχρονη έρευνα. Τέλος, η βιταμίνη Β9 αναφέρεται ως φολικό οξύ (folate) με τη φυσική της μορφή που υπάρχει στα τρόφιμα και ως φυλλικό οξύ (folic acid) που είναι η συνθετική της μορφή που βρίσκεται στα συμπληρώματα διατροφής και στα εμπλουτισμένα τρόφιμα. Περιέχεται σε εντόσθια, όσπρια, μπρόκολο, σπαράγγια, αβοκάντο, δημητριακά και στους ξηρούς καρπούς, επίσης στο μαϊντανό, το σπανάκι, τις μπάμιες και τον χυμό πορτοκαλιού, στο κουνουπίδι, τα κολοκυθάκια, το ρύζι, τα μανιτάρια, τα καρότα και στις σταφίδες. Όταν η ποσότητα φυλλικού οξέος στο σώμα είναι πολύ υψηλή, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη καρκινογένεση λόγω πολυμορφισμών ορισμένων γονιδίων. Ως εκ τούτου, έχει βρεθεί ότι τα συμπληρώματα φυλλικού οξέος δεν είναι απαραίτητα όταν η διατροφή μας περιέχει φυσικό φολικό οξύ, που θεωρείται ότι είναι αποτελεσματικό στη μείωση του κινδύνου καρκίνου του μαστού, του στομάχου, του παχέος εντέρου, και του παγκρέατος.

Ιχνοστοιχεία και Καρκίνος

Ορισμένα ιχνοστοιχεία συνδέονται θετικά με την παθογένεση του καρκίνου, ενώ άλλα έχουν αρνητική συσχέτιση και συνδέονται ακόμη και με τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου. Αυτό οφείλεται στη δράση τους και τους ρόλους που παίζουν αυτά τα ιχνοστοιχεία σε πολλά ένζυμα που ρυθμίζουν τον καρκίνο. Για παράδειγμα ο υδράργυρος, το κάδμιο και ο μόλυβδος είναι τα κύρια ιχνοστοιχεία που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, δεν είναι βιοδιασπώμενα και θα παραμείνουν στο έδαφος, τον αέρα και το νερό, οδηγώντας σε πιθανό κίνδυνο βιοσυσσώρευσης. Μια κύρια πηγή υδραργύρου και καδμίου στα τρόφιμα βρίσκεται στα ψάρια και τα θαλασσινά, ιδιαίτερα στα μεγάλα ψάρια, όπως ο κιτρινόπτερος τόνος και ο ξιφίας, στις μολυσμένες θάλασσες. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο υδράργυρος αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού (το 55% των λοβών που αναλύονται από τον ιστό του μαστού μετά από μαστεκτομές περιέχουν υδράργυρο).

Σελήνιο – Το σελήνιο είναι ένα εξαιρετικά ιχνοστοιχείο που παίρνουμε από τη διατροφή μας. Η τροφή με την υψηλότερη περιεκτικότητα σε σελήνιο είναι τα Brazilian nuts (προσοχή, όχι πάνω από 4-5 την ημέρα γιατί το σελήνιο γίνεται τοξικό για τον οργανισμό μας) και ακολουθούν σε λιγότερη από το σελήνιο περιεκτικότητα τα εντόσθια και τα θαλασσινά. Το σελήνιο και οι ενώσεις που περιέχουν σελήνιο, όπως οι 25 πρωτεΐνες σεληνίου που βρίσκονται στον ανθρώπινο οργανισμό, έχουν λειτουργίες αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις, αποπτωτικές των καρκινικών κυττάρων και βελτιώνουν την ανοσοαπόκριση, επιδρούν στο μεταβολισμό των υδατανθράκων, στην καρδιαγγειακή υγεία, στη ρύθμιση θυρεοειδικών ορμονών και στην εγκεφαλική λειτουργία. Είναι αποτελεσματικό στη μείωση του κινδύνου πολλαπλών τύπων καρκίνου, όπως η λευχαιμία, ο καρκίνος του μαστού, του προστάτη, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου, της ουροδόχου κύστης, της μήτρας και των ωοθηκών. Το μόνο γνωστό καρκινογόνο που περιέχει σελήνιο είναι το θειούχο σελήνιο, το οποίο περιέχουν κάποια σαμπουάν κατά της πιτυρίδας. Το σελήνιο αναστέλλει τα ένζυμα που παράγουν ενώσεις που βλάπτουν το DNA, και ενεργοποιεί τα γονίδια που αυξάνουν την αντιοξειδωτική λειτουργία, με αποτέλεσμα τη μειωμένη βλάβη του DNA και την απόπτωση των καρκινικών κυττάρων.

Ψευδάργυρος – Οι κύριες πηγές ψευδαργύρου στα τρόφιμα είναι τα μανιτάρια, τα όσπρια, τα δημητριακά ολικής αλέσεως και το κρέας. Ο ψευδάργυρος είναι το πιο άφθονο ιχνοστοιχείο επειδή απαιτείται για τη λειτουργία περισσότερων από 3.000 μεταγραφικών παραγόντων και είναι ο συμπαράγοντας για περισσότερα από 300 ένζυμα και πρωτεΐνες επιδιόρθωσης DNA. Έχει πολλές λειτουργίες, όπως ο πολλαπλασιασμός των κυττάρων, η ανοσολογική λειτουργία, η επιδιόρθωση του DNA και οι αντιοξειδωτικές λειτουργίες.

Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η χημειοθεραπεία δεν έχει αντιμετωπίσει ή αποτρέψει επιτυχώς τον καρκίνο του προστάτη, του ήπατος, του παγκρέατος και άλλους τύπους καρκίνου, οι οποίοι όταν είναι κακοήθεις εμφανίζουν μειωμένο ψευδάργυρο. Αυτό υποδηλώνει ότι υπάρχει μια πιθανή λύση εάν διεξαχθούν περισσότερες μελέτες για τον ψευδάργυρο και τα ένζυμα που περιέχουν ψευδάργυρο τα οποία ρυθμίζουν τον καρκίνο. Η διατροφική ανεπάρκεια σε ψευδάργυρο οδηγεί σε πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων του προστάτη.

Άλλα σημαντικά μέταλλα στη διατροφή μας για πρόληψη

Το ασβέστιο λαμβάνεται από γαλακτοκομικά, ψάρια, πράσινα φυλλώδη λαχανικά, αυγά και ξηρούς καρπούς. Έχει πολλές βασικές λειτουργίες στο σώμα, όπως η υγεία της καρδιάς, των μυών και του γαστρεντερικού συστήματος, ο σχηματισμός οστών και η σύνθεση αιμοσφαιρίων. Το ασβέστιο μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου αναστέλλοντας την αναπαραγωγή των προκαρκινικών κυττάρων.

Ο χαλκός βρίσκεται στο συκώτι, στα θαλασσινά, στους ξηρούς καρπούς, στους σπόρους και στα όσπρια. Απαιτείται για τη λειτουργία πολλών ενζύμων. Υπάρχουν πολλά ένζυμα που περιέχουν χαλκό, τα οποία είναι γνωστά ως χαλκοένζυμα κι έχουν ρόλο στην αναπνοή, τη μεταφορά σιδήρου, και τη βιοσύνθεση του εξωκυτταρικού ιστού.

Το μαγνήσιο βρίσκεται στο σπανάκι, τα όσπρια, τους σπόρους, τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τους ξηρούς καρπούς και τα αβοκάντο. Είναι συστατικό πολλών ενζύμων, τα οποία έχουν ποικίλες λειτουργίες, όπως η παραγωγή ATP, η υγεία των οστών και η ρύθμιση των καναλιών καλίου-ασβεστίου στον καρδιακό μυ για τη ρύθμιση της νευρωνικής συστολής. Το μαγνήσιο είναι επίσης αποτελεσματικό στη μείωση του κινδύνου καρκίνου του παχέος εντέρου λόγω της ικανότητάς του να μειώνει τη συχνότητα εμφάνισης πολυπόδων στο παχύ έντερο.

Το μαγγάνιο βρίσκεται σε δημητριακά ολικής αλέσεως, ξηρούς καρπούς, σπόρους, όσπρια και φυλλώδη λαχανικά. Είναι ένας συμπαράγοντας για πολλά ένζυμα, τα οποία επιτρέπουν την παραγωγή συνδετικού ιστού και προάγει την πήξη του αίματος.

Το νάτριο απαιτείται για την κυτταρική μεταφορά, την απορρόφηση θρεπτικών συστατικών, την ισορροπία των ηλεκτρολυτών και τη λειτουργία των νεύρων. Η κύρια πηγή νατρίου είναι το επιτραπέζιο αλάτι. Αν και το νάτριο έχει πολλά οφέλη για την υγεία, η πλούσια σε νάτριο διατροφή μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου, ιδιαίτερα του στομάχου.

Η Μεσογειακή Διατροφή στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού

Η κακή διατροφή είναι ένας παράγοντας κινδύνου, ωστόσο η αλλαγή στις διατροφικές μας συνήθειες μπορεί να λειτουργήσει ως πρώιμο προληπτικό μέτρο, επειδή μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου κατά 30-50%. Με βάση επιστημονικά στοιχεία, η πιο συχνά προτεινόμενη δίαιτα που είναι αποτελεσματική στην πρόληψη του κινδύνου καρκίνου είναι η μεσογειακή διατροφή. Η Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία (ACS) έχει δημοσιεύσει τις “Κατευθυντήριες Γραμμές Διατροφής και Φυσικής Δραστηριότητας” προς τους γιατρούς για να κάνουν διατροφικές συστάσεις στους ασθενείς. Οι προτάσεις διατροφής σε αυτή τη δημοσίευση μοιάζουν πολύ με τη μεσογειακή διατροφή.

Η μεσογειακή διατροφή περιλαμβάνει τροφές με ευεργετικά μικροθρεπτικά συστατικά μέσα από την μεγάλη ποικιλία φρούτων και λαχανικών, δημητριακών με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, τη μέτρια πρόσληψη γαλακτοκομικών, τη μέτρια κατανάλωση αλκοόλ και τη χαμηλή πρόσληψη κρέατος. Παράλληλα αποφεύγει τρόφιμα που σχετίζονται με τον καρκίνο, όπως κορεσμένα λιπαρά οξέα, τρανς-ακόρεστα λιπαρά οξέα, ποτά με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, κόκκινο κρέας και επεξεργασμένα κρέατα. Αυτή η διατροφή παρέχει όλες τις απαραίτητες αντιοξειδωτικές βιταμίνες και μικροθρεπτικά συστατικά για τη μείωση του κινδύνου καρκίνου.

Οι πολυφαινόλες του μήλου

Πρόσφατα, οι πολυφαινόλες από τη φλούδα του μήλου, ιδιαίτερα τα φλαβονοειδή, έχουν αποδειχθεί ως ισχυρά διατροφικά αντιοξειδωτικά, τα οποία καταστέλλουν τη βλάβη του DNA που προκαλείται από καρκινογόνες ουσίες και διευκολύνουν την έναρξη των μηχανισμών αποκατάστασης της βλάβης του DNA. Πολλές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει ότι μια διατροφή πλούσια σε φλαβονοειδή παίζει ρόλο στη σταθερότητα του γονιδιώματος και μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου και τη θνησιμότητα.

Η προστατευτική δράση των λαχανικών

Μια συστηματική ανασκόπηση[2] διερεύνησε τη συσχέτιση μεταξύ των διατροφικών προτύπων και του κινδύνου καρκίνου του μαστού, περιλαμβάνοντας δεκαεπτά μελέτες που εντόπισαν 15 υγιή και 10 ανθυγιεινά διατροφικά πρότυπα. Τα λαχανικά βρέθηκαν ότι είναι σταθερά προστατευτικά πρότυπα για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού, μέσω των φυτοθρεπτικών τους συστατικών, ενώ τα κορεσμένα λιπαρά και τα κόκκινα και επεξεργασμένα κρέατα βρέθηκαν σταθερά σε πρότυπα που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Αυτές οι ενώσεις, που βρίσκονται επίσης στα φρούτα, περιλαμβάνουν αντιοξειδωτικά, φυτοστερόλες και φλαβονοειδή που βοηθούν στην πρόληψη της οξειδωτικής βλάβης στα κύτταρα. Τα φρούτα και τα λαχανικά είναι επίσης πλούσια σε φυτικές ίνες που δεσμεύουν τα οιστρογόνα κατά την εντεροηπατική κυκλοφορία. Αυτές οι ενώσεις μπορούν να αναστείλουν τη μετάσταση, να εμφανίσουν αντιπολλαπλασιαστικές ιδιότητες και να προκαλέσουν απόπτωση των καρκινικών κυττάρων, μειώνοντας έτσι την πρόοδο και την ανάπτυξη του καρκίνου.

Σε μία άλλη σχετική ανασκόπηση[3] επισημάνθηκε ιδιαίτερα η σημασία του χαλκού επειδή αυτό το απαραίτητο μέταλλο συμμετέχει στην επαρκή σύνθεση ορισμένων μεταβολιτών, όπως η αιμοσφαιρίνη, η ελαστίνη και το κολλαγόνο, καθώς και στις διάφορες λειτουργίες του ανοσοποιητικού μας συστήματος.  Για αυτό το μικροθρεπτικό συστατικό, η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη είναι 900 μg, ενώ το μέγιστο ανεκτό επίπεδο είναι 10 mg/ημέρα. Στον καρκίνο του μαστού, τα αυξημένα επίπεδα χαλκού στον ορό συσχετίζονται με το στάδιο και την εξέλιξη της νόσου και τα καρκινικά κύτταρα έχουν τέσσερις φορές περισσότερο χαλκό από τα υγιή κύτταρα του μαστού. Επίσης σε αυτή την ανασκόπηση η μέγιστη δόση συμπληρώματος καλσιτριόλης (από τους πλέον σημαντικούς ενεργούς μεταβολίτες της βιταμίνης D3) είναι 100 nM, η οποία φαίνεται επαρκής για την αναστολή του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, την αύξηση των δεικτών απόπτωσης και την τροποποίηση των παραμέτρων του ενδοκυτταρικού μεταβολισμού της γλυκόζης.

Αλκοόλ – ο μεγάλος σύμμαχος του καρκίνου του μαστού

Σε μία άλλη ανασκόπηση[4] διερευνήθηκαν οι τρέχουσες μελέτες που αναφέρονται στη σχέση Διατροφής και Καρκίνου του Μαστού μέσα από το πρίσμα της Μεταβολομικής** επιστήμης η οποία μελετά συστηματικά τα μοναδικά χημικά “δακτυλικά αποτυπώματα” που αφήνουν πίσω τους συγκεκριμένες κυτταρικές διεργασίες που περιλαμβάνουν μεταβολίτες. Εδώ, το αλκοόλ προσδιορίζεται ως ένας σοβαρός παράγοντας κινδύνου για τη νόσο αυτή:

  • Η κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να βλάψει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη του καρκίνου του μαστού επειδή μπορεί επίσης να επηρεάσει τα επίπεδα άλλων ορμονών στο σώμα, όπως είναι τα οιστρογόνα, τα οποία μπορούν να διεγείρουν την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων του μαστού, τόσο σε προεμμηνοπαυσιακές όσο και σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
  • Η χρόνια κατανάλωση αλκοόλ έχει συσχετιστεί με αυξημένα επίπεδα φλεγμονής και οξειδωτικού στρες, προάγοντας την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων και την εξάπλωση τους.
  • Η πρόσληψη αλκοόλ μπορεί να αυξήσει τα κυκλοφορούντα επίπεδα στεροειδών ορμονών, τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ευαισθησία για μετασχηματισμό ή προώθηση της ανάπτυξης καρκίνου.
  • Η κατανάλωση αλκοόλ είναι μεταξύ των επιβεβαιωμένων τροποποιήσιμων διατροφικών παραγόντων κινδύνου για αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού με σταθερή τεκμηρίωση, η οποία έχει ταξινομηθεί από τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) ως καρκινογόνο της Ομάδας 1.

Αν και ο Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) κατέταξε το αλκοόλ ως καρκινογόνο το 1988 λόγω της περιεκτικότητάς του σε ακεταλδεΰδη, ορισμένα αλκοολούχα ποτά, όπως το κόκκινο κρασί, περιέχουν πολυφαινόλες, οι οποίες είναι ευεργετικά αντιοξειδωτικά.

Βουτυρικό οξύ

Στην ίδια ανασκόπηση, το βουτυρικό οξύ (ένα βραχείας αλύσου λιπαρό οξύ) μπορεί να είναι επίσης ένας πρωταρχικός προστατευτικός παράγοντας κατά του καρκίνου του μαστού. Έχει ευεργετικές επιδράσεις στον ενεργειακό μεταβολισμό. Το βουτυρικό βελτιώνει τη λειτουργία του εντερικού φραγμού, την ανοσία των βλεννογόνων και τις αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το βουτυρικό μπορεί να θεωρηθεί ένας ενδιαφέρον αναστολέας για την εξέλιξη του καρκίνου του μαστού που αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων και προάγει την απόπτωση τους. Η παραγωγή και τα αποτελέσματα του βουτυρικού επηρεάζονται από τη διατροφή, ιδιαίτερα τις διαιτητικές ίνες (από όσπρια, φασόλια, μπιζέλια, σόγια, φρούτα, ξηρούς καρπούς, δημητριακά και δημητριακά ολικής αλέσεως) και την κατανάλωση λίπους. Μπορεί να έχει κάποιες δυνατότητες ως αντικαρκινικός παράγοντας, ωστόσο απαιτείται περισσότερη έρευνα για την πλήρη κατανόηση των μηχανισμών δράσης του και των πιθανών παρενεργειών.

Σε μία από τις έρευνες αυτής της ανασκόπησης μελετήθηκαν 113 μεταβολίτες που σχετίζονται με τη διατροφή, τρεις από τους οποίους συνδέθηκαν με συνολικό κίνδυνο καρκίνου του μαστού: ένα παράγωγο γ-τοκοφερόλης,  ένα κορεσμένο λιπαρό οξύ και ένα ανδρογόνο. Δεκαεννέα μεταβολίτες συσχετίστηκαν σημαντικά με τον καρκίνο του μαστού ER+, δώδεκα από τους οποίους σχετίζονται με το αλκοόλ, και άλλοι που σχετίζονται με τηγανητά τρόφιμα. Στη βιολογία των καρκινικών κυττάρων, η υπερπροσφορά λιπιδίων παρέχουν τις απαραίτητες πρώτες ύλες που απαιτούνται για την παραγωγή νέων κυττάρων που ενισχύουν τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.

Σε μία άλλη μελέτη[5] με θέμα “Δίαιτα για τον καρκίνο του μαστού: Μια ανασκόπηση των υγιεινών διατροφικών προτύπων για την πρόληψη της υποτροπής του καρκίνου του μαστού και τη μείωση της θνησιμότητας” αναφέρεται ότι η αύξηση βάρους, η παχυσαρκία, το υπερβολικό βάρος και τα χαμηλά ποσοστά σωματικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της θεραπείας μειώνει το ποσοστό επιβίωσης και αυξάνει τον κίνδυνο υποτροπής σε επιζώντες από καρκίνο του μαστού.

Μία νέα έρευνα[6] για τον καρκίνο του μαστού διεξήχθη ως μέρος του Διεθνούς Ταμείου για την Παγκόσμια Έρευνα κατά του Καρκίνου (World Cancer Research Fund International) και ενώ βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη εντούτοις έχει καταλήξει σε κάποια ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Περίπου το 90 τοις εκατό όσων έχουν διαγνωστεί με αυτή τη νόσο επιβιώνουν πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση, ωστόσο μπορεί να ζήσουν και περισσότερο. Οι ερευνητές εξέτασαν 226 μελέτες από όλο τον κόσμο, που περιελάμβαναν περισσότερες από 456.000 γυναίκες με καρκίνο του μαστού. Η ανασκόπηση βρήκε ισχυρές ενδείξεις ότι το υψηλότερο σωματικό βάρος μετά τη διάγνωση αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου.

Σε μία μελέτη[7] που υποστηρίχθηκε από το World Cancer Research Fund (WCRF UK) στο Ηνωμένο Βασίλειο, διερευνήθηκε το πώς 92 τρόφιμα σχετίζονται με τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού σε επίπεδο θρεπτικών συστατικών. Τα ευρήματά της μελέτης επιβεβαιώνουν τον καθιερωμένο αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού που σχετίζεται με την κατανάλωση αλκοόλ και υποδηλώνει ότι η υψηλότερη πρόσληψη διαιτητικών ινών και πιθανώς φρούτων μπορεί να σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού.

Μέλι και Πρόπολη, φυσικά πυρομαχικά κατά του καρκίνου του μαστού

Πρόσφατες ανασκοπήσεις [9] των βιολογικών δράσεων του μελιού και της πρόπολης και τα οφέλη τους στην υγεία μας έδειξαν ότι το μέλι ασκεί κυτταροτοξική δράση μόνο στον καρκίνο του μαστού και όχι στα υγιή κύτταρα του μαστού, υποδεικνύοντας ότι το μέλι παρουσιάζει εξαιρετικά συγκεκριμένα και εκλεκτικά κυτταροτοξικά αποτελέσματα στις κυτταρικές σειρές του καρκίνου του μαστού και έχει καλή δυνατότητα ως χημειοθεραπευτικός παράγοντας. Τα φλαβονοειδή συστατικά του μελιού, όπως η κερσετίνη, έχει αποδειχθεί ότι οδηγούν σε θάνατο των καρκινικών κυττάρων. Στη μελέτη αναφέρεται ότι η πρόπολη έχει δυνατότητες για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού λόγω της αντινεοπλασματικής της δράσης προκαλώντας απόπτωση στα καρκινικά κύτταρα του μαστού.  Επίσης, παρουσιάζει χαμηλή ή καθόλου τοξικότητα προς τα φυσιολογικά κύτταρα λόγω των επιλεκτικά τοξικών της ιδιοτήτων έναντι των καρκινικών κυττάρων και πιστεύεται ότι η πρόπολη μπορεί να γίνει ένας σημαντικός παράγοντας για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού.

Σε μία συνοπτική ανασκόπηση[8] για την “Χημειοπρόληψη*** του Καρκίνου του Μαστού με Βιταμίνες και Μικροθρεπτικά Συστατικά” προσδιορίζονται επαρκή στοιχεία από δοκιμές που αναφέρουν ότι ορισμένες βιταμίνες, όπως η βιταμίνη D3, το φολικό οξύ, η βιταμίνη Β6 και η βήτα καροτίνη, καθώς και διατροφικά μικροθρεπτικά συστατικά, όπως η κουρκουμίνη, η πιπερίνη, η σουλφοραφάνη, η ινδόλη-3-καρβινόλη, η κερσετίνη, η γαλλική επιγαλλοκατεχίνη (EGCG) και τα ωμέγα-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (PUFAs), δρουν ως φυσική στρατηγική για τη χημειοπρόληψη του καρκίνου του μαστού και μειώνουν τον κίνδυνο υποτροπής του μέσω ενός μηχανισμού που αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό, την εισβολή, την αγγειογένεση και τη μετάσταση.

Συμπερασματικά, η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους μέσω μίας ισορροπημένης και ποικίλης διατροφής μπορεί να βοηθήσει τόσο στην πρόληψη του καρκίνου του μαστού όσο και στη βελτίωση των πιθανοτήτων επιβίωσης εάν κάποια διαγνωστεί με τη νόσο. Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για τον εντοπισμό των συγκεκριμένων γονιδίων, των βιοχημικών οδών και της κυτταρικής σηματοδότησης που επηρεάζονται από ορισμένα θρεπτικά συστατικά.

ΠΗΓΕΣ

 *Δραστικές Ρίζες Οξυγόνου (Reactive Oxygen Species-ROS) είναι τα αρκετά δραστικά μόρια και ελεύθερες ρίζες που προέρχονται από το μοριακό οξυγόνο. Η δημιουργία των ελεύθερων ριζών με βάση το οξυγόνο είναι καταστροφική για όλα τα αερόβια είδη οργανισμών.

**Η Μεταβολομική (Metabolomics) είναι η επιστημονική μελέτη του προφίλ των μεταβολιτών.  Ο μεταβολισμός αντιπροσωπεύει τη συλλογή όλων των μεταβολιτών σε ένα βιολογικό κύτταρο, ιστό, όργανο ή οργανισμό, τα οποία είναι τα τελικά προϊόντα των κυτταρικών διεργασιών – https://www.drnikitidis.gr/metavolomiki-iatriki/. Είναι η μελέτη της μεταβολικής κατάστασης ενός οργανισμού μέσω της συστηματικής ανάλυσης των μεταβολιτών εντός των κυττάρων ή των βιολογικών υγρών (π.χ. του αίματος, των ούρων) – https://www.efsa.europa.eu/el/glossary/metabolomics.

***Ο όρος χημειοπρόληψη (chemoprevention) διατυπώθηκε το 1976 και είναι ο τρόπος πρόληψης του καρκίνου με τη χρησιμοποίηση φυσικών ή συνθετικών παραγόντων με στόχο την επιβράδυνση, διακοπή, αναστροφή ή πρόληψη της ανάπτυξης του καρκίνου. Η χημειοπρόληψη άρχισε να θεωρείται ως πιθανή στρατηγική για τη μείωση της συχνότητας εμφάνισης του καρκίνου και των θανάτων που σχετίζονται με τον καρκίνο στη δεκαετία του 1970. (https://gkelismedicallexicon.gr/word_papadiamantis.php?search=%CF%87%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CF%80%CF%81%CF%8C%CE%BB%CE%B7%CF%88%CE%B7)

Δέσποινα Ιωαννίδου
Δημοσιογράφος, Προπονήτρια Σωματικής Διάπλασης
(Bodybuilding & Fitness) της Γεν. Γραμματείας Αθλητισμού